Τοπική ιστορία: αυτή η άγνωστη

Standard

Με αφορμή το συμπόσιο «Η Άγνωστη Άνδρος»

της Μυρτώς Βέικου

Χαρακτικό του Γιάννη Κυριακίδη, από σειρά με θέμα την Άνδρο, εμπνευσμένη από φωτογραφίες του Ανδρέα Εμπειρίκου

Κυκλάδες, τελευταία εβδομάδα του καλοκαιριού. Στο απομονωμένο βορειοδυτικό άκρο της Άνδρου, στον όρμο Ζόργκος, πραγματοποιήθηκε, μέσα σε ασφυκτική ζέστη αλλά με φόντο έναν καταπράσινο λόφο, μια επιστημονική συνάντηση με θέμα την πρόκληση και την πρόσκληση της τοπικής ιστορίας. Η απρόσμενη αφθονία γλυκού νερού δεν είναι ο μόνος «άγνωστος» πλούτος της ευρύτερης περιοχής της βόρειας Άνδρου: ένας καταπληκτικός σε ποσότητα, ποιότητα και κατάσταση διατήρησης  πλούτος υλικών καταλοίπων μεσαιωνικής και νεότερης περιόδου την καθιστούν, εν δυνάμει, ένα μουσείο αγροτικής εθνο-αρχαιολογίας. Η γνωριμία με τα κατάλοιπα αυτά, μέσω ξεναγήσεων κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, και η πραγματοποίηση της επιστημονικής συνάντησης σχεδόν στο ύπαιθρο έδωσε από την πρώτη στιγμή την ευκαιρία στους συμμετέχοντες να αποκτήσουν μιαν άμεση εμπειρία του τόπου για τον οποίο γινόταν λόγος.

Το τριήμερο συμπόσιο με τίτλο «Η Άγνωστη Άνδρος: ο τόπος και ο πολιτισμός μας» πραγματοποιήθηκε το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Αυγούστου με πρωτοβουλία του καθηγητή Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Αντώνη Λιάκου, του βορειοανδριώτη ιστορικού Γιάννη Πίππα, και της ιστορικού Μυρσίνης Ζορμπά, με τη συνδρομή του Θοδωρή Μπόθου και του Γιάννη Τριδήμα. Αφορούσε τη βορειοδυτική Άνδρο,   περιοχή ορεινή,  αγροτική και ποιμενική, η οποία σαφώς αντιδιαστέλλεται συγκριτικά προς την περισσότερο αστική και ναυτική νοτιοανατολική Άνδρο. Το τμήμα αυτό της Άνδρου, όπως ειπώθηκε, απουσιάζει κυριολεκτικά   από τον    πολιτισμικό χάρτη του νησιού  και βρίσκεται εκτός του κανόνα  της επίσημης ιστορίας του νησιού. Η διακριτή αυτή ετερότητα τονίζεται και από την παράδοση ετερογλωσσίας. Ελληνόγλωσση και ευπορότερη η νότια Άνδρος,  αρβανίτικη, υποτιμημένη και φτωχότερη η βόρεια. Αυτή υπήρξε η άγνωστη Άνδρος, που έδωσε και τον τίτλο του συμποσίου.

Οι λεπτομέρειες της ιστορίας του τόπου και του πολιτισμού της βόρειας Άνδρου ήταν πράγματι, όπως φάνηκε στην συνέχεια,  άγνωστες όχι μόνο στους παρόντες αλλά πιθανότατα και στους περισσότερους  Έλληνες. Μέσα από την καταγραφή και την αφήγηση της τοπικής ιστορίας, στόχος ήταν η αναζήτηση της «εμπειρίας της αγροτικής ζωής, που είναι ακόμη εμφανής στο έδαφος αλλά και στις νοοτροπίες και στις κοινωνικές δομές» της βιούμενης καθημερινότητας, που αναπαριστούν αλλά και συντηρούν στην συλλογική μνήμη «τον κόσμο που χάσαμε» κατά τις εκφράσεις του καθηγητή Αντώνη Λιάκου.

Οι εισηγήσεις προσέφεραν μια γενική επισκόπηση της ιστορίας της βόρειας Άνδρου, από την προϊστορία έως τις μέρες μας, από ιστορική, αρχαιολογική, κοινωνιολογική και ανθρωπολογική σκοπιά. Κάλυψαν διαχρονικά τομείς όπως η επίσημη ιστορία, οι μικροϊστορίες, ο υλικός πολιτισμός και η τεχνογνωσία, η καθημερινή ζωή, οι ταυτότητες και οι διαπροσωπικές σχέσεις, η γλώσσα, η τέχνη, η οικονομία και η πολιτική. Έκδηλη έλλειψη, αναμενόμενη βεβαίως σε ένα τοπικό συνέδριο,  ήταν η αμηχανία και αδυναμία ανοιχτής συζήτησης για ζητήματα που ακόμη «πονούν», διασπούν την ενότητα του συνόλου και αμφισβητούν την εντύπωση που θέλουν να δώσουν οι ντόπιοι στους ξένους ότι στις δύσκολες εποχές «σε μας όλα ήταν καλά». Φωτογραφικό και κινηματογραφικό υλικό, συζητήσεις, τοπικά προϊόντα και εορταστικές πρακτικές καθώς και η ασυνήθιστα μεγάλη προσέλευση και συμμετοχή τοπικού πληθυσμού σε επιστημονικό συμπόσιο, ολοκλήρωσαν εντυπωσιακά την όλη εμπειρία. Πέρα από τις παρουσιάσεις του συμποσίου, οι ερευνητές, οι απλοί επισκέπτες και οι κάτοικοι της βόρειας Άνδρου ξεναγήθηκαν στα υλικά κατάλοιπα εγκαταλελειμένων αρβανίτικων συνοικισμών μέσω μιας σειράς παραστατικών δράσεων που οργάνωσε και πραγματοποίησε η οργανωτική επιτροπή και η κοινότητα.

Οι προφορικές συνεντεύξεις δύο πρεσβύτερων κατοίκων του τόπου, της Μαρδίτσας Ζούρα και του Γιάννη Κάρλου, ήταν μια ξεχωριστή στιγμή της όλης διοργάνωσης. Καταρχάς ζωντάνεψαν καθημερινές στρατηγικές και πρακτικές επιβίωσης που ισχύουν στην Ελλάδα όχι μόνο του χθες αλλά και του σήμερα. Κατά δεύτερον, το ζήτημα που έθεσε στον σχολιασμό της η  Μυρσίνη Ζορμπά, ότι «έχουμε ξεχάσει να ρωτούμε τους ανθρώπους πώς ζούν», αποτελεί σήμερα βασικό αίτημα του δημόσιου λόγου. Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα αλλά και στην Ελλάδα της κρίσης τέτοιες κινήσεις δείχνουν ότι είναι δυνατόν να μετατραπεί η αδυναμία ενός τόπου σε πλεονέκτημα, η εγκατάλειψη σε γνώση και οι ξεχασμένες δεξιότητες σε επένδυση και πλούτο. Δείχνουν επίσης ότι το στοίχημα της δημόσιας παρέμβασης της (τοπικής) ιστορίας μπορεί να κερδίζεται. Καλή αρχή.

Η Μυρτώ Βέικου είναι βυζαντινολόγος

2 σκέψεις σχετικά με το “Τοπική ιστορία: αυτή η άγνωστη

  1. Για άλλη μια φορά, η γραφή της Δρ. Βέικου είναι απόλαυση!
    Μια σημείωση μόνο για την ακόλουθη φράση:
    » Έκδηλη έλλειψη, αναμενόμενη βεβαίως σε ένα τοπικό συνέδριο, ήταν η αμηχανία και αδυναμία ανοιχτής συζήτησης για ζητήματα που ακόμη «πονούν», διασπούν την ενότητα του συνόλου και αμφισβητούν την εντύπωση που θέλουν να δώσουν οι ντόπιοι στους ξένους ότι στις δύσκολες εποχές «σε μας όλα ήταν καλά». »
    Θα έπρεπε νομίζω τα «ζητήματα που πονούν» να αναφερθούν/σχολιαστούν. Γιατί βοηθούν άλλωστε να κερδίζεται το στοίχημα της δημόσιας παρέμβασης της (όποιας) ιστορίας.
    Καλές συνέχειες!

Σχολιάστε