Η «οικοδόμηση της εξουσίας» και η αναβίωση του συλλογικού φαντασιακού στην εποχή μας

Standard

Συνέντευξη του Ζερομ Ρους, εκδότη του περιοδικού ROAR

Μιλάει για την έντυπη έκδοση τoυ ROAR, την Κομμούνα στον 21ο αιώνα, την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ, τη συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας, τις προοπτικές του ευρωπαϊκού κινήματος

Τη συνέντευξη πήρε ο Στρατής Μπουρνάζος

μετάφραση: Γιάννης Χατζηδημητράκης

Το ROAR (roarmag.org), «ηλεκτρονικό περιοδικό ριζοσπαστικής φαντασίας», στα πάνω από πέντε χρόνια της ύπαρξής του, αποτελεί σημείο αναφοράς για τα κινήματα, την Αριστερά, τις αντιστάσεις και τον συντονισμό τους σε όλο τον πλανήτη, για τη γόνιμη σύγκλιση επαναστατικής θεωρίας και πράξης. Πριν λίγο καιρό το ROAR κυκλοφόρησε το πρώτο του έντυπο τεύχος, με θέμα «Revive la Commune!» (είχε προηγηθεί το «τεύχος 0», με θέμα «Building Power». Με αφετηρία την έκδοση, τα «Ενθέματα» μίλησαν με τον ιδρυτή και εκδότη του ROAR, Jerome Roos.

Στρ. Μπουρνάζος

Γιατί, έπειτα από τόσα χρόνια που το ROAR υπήρχε μόνο ηλεκτρονικά αποφασίσατε να εκδώσετε και ένα έντυπο περιοδικό; Και μάλιστα ένα περιοδικό με θεματικά αφιερώματα;

H οnline έκδοση έχει πολλά πλεονεκτήματα, αλλά είναι επίσης και πολύ εφήμερη: όπως αρέσκεται να λέει ο σχεδιαστής μας: «Το newsfeed είναι το μέρος όπου τα πράγματα πηγαίνουν για να πεθάνουν». Έπειτα από πέντε χρόνια λειτουργίας του ψηφιακού περιοδικού, θεωρήσαμε ότι είχαμε απορροφηθεί από τον κύκλο των ειδήσεων και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης 24 ώρες το 24ωρο. Νιώθαμε, λοιπόν, την ανάγκη να κρατήσουμε λίγο μεγαλύτερη απόσταση από την «οικονομία των σόσιαλ μήντια» — για να κερδίσουμε περισσότερο χώρο προκειμένου να αντικατοπτρίσουμε πιο βαθιά και πιο θεωρητικά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα κινήματα και τις πιθανές τους λύσεις. Θέλω να πιστεύω ότι η εξέλιξη αυτή αντανακλά ευρύτερες εξελίξεις μέσα στα κινήματα, στο πλαίσιο της επιθυμίας για μονιμότερες μορφές οργάνωσης.

Τούτου λεχθέντος, η έντυπη έκδοση είναι πρώτα απ’ όλα ένα πείραμα. Δεν έχουμε ιδέα αν θα πετύχει, ή για πόσο χρόνο θα είμαστε σε θέση να τη συντηρούμε. Έχουμε κάνει αυτή τη δουλειά σε εθελοντική βάση μέχρι τώρα, και γίνεται όλο και πιο δύσκολο να ισορροπήσουμε το ROAR με τις προσωπικές μας ευθύνες και την ανάγκη να εξοικονομήσουμε τα προς το ζην. Είναι πιθανό να χρειαστεί να αραιώσουμε σταδιακά την έντυπη έκδοση μετά από ένα ή δύο χρόνια, αλλά σ’ αυτή την περίπτωση, τουλάχιστον θα έχουμε δημιουργήσει μια όμορφη συλλογή από έντυπα και θα μπορούμε πάντοτε να επιστρέψουμε στην ηλεκτρονική δημοσίευση στο διαδίκτυο.

Προς το παρόν, πάντως, η ιδέα είναι να δημιουργήσουμε κάτι πιο διαρκές, ένα πραγματικό περιοδικό που οι άνθρωποι θα μπορούν να πιάσουν στα χέρια τους και να το βάλουν στα ράφια των βιβλιοθηκών τους. Κάτι με ανθεκτικότητα στο χρόνο, που θα μπορείς να το ξεφυλλίσεις σε μερικά χρόνια από τώρα, χωρίς να είναι πολύ ξεπερασμένο. Η επιλογή να επικεντρωθούμε σε συγκεκριμένα θέματα είναι αποτέλεσμα των ίδιων κινήτρων: θέλαμε να εκμεταλλευτούμε την ευκαιρία να διερευνήσουμε μια σειρά από σημαντικές θεωρητικές ερωτήσεις όπως τη σχέση των κινημάτων με την εξουσία, την πολιτική μορφή της κοινότητας και το μέλλον της εργασίας, σε μεγαλύτερο βάθος.

Ο τίτλος του πρώτου έντυπου τεύχους είναι «Revive la Commune!». Τι εννοείτε μιλώντας για Κομμούνα στον 21ο αιώνα; Γιατί τα θεωρείτε σημαντικό και το επιλέξατε για το πρώτο σας τεύχος;

Η Παρισινή Κομμούνα του 1871 ήταν μια εμπειρία διαμορφωτική για το διεθνές εργατικό κίνημα. Με την εξαιρετικά μεγάλη επέκταση του ορίζοντα του εφικτού, ενέπνευσε διεξοδικά τη ριζοσπαστική σκέψη της Αριστεράς του 19ου αιώνα. Ωστόσο, όπως επισημαίνει η Αμερικανίδα ερευνήτρια Kristin Ross για το θέμα αυτό, την Κομμούνα τη θυμόμαστε σήμερα κυρίως για τις οδομαχίες και το βάναυσο τρόπο με τον οποίο ήταν συνετρίβη. Στην αυγή της 145ης επετείου από την εξέγερση στις 18 Μαρτίου, θέλαμε να κάνουμε μια ειδική έκδοση εξετάζοντας το πώς το πολιτικό φαντασιακό της Κομμούνας επέζησε «στη δική του αυθυπαρξία» και σήμερα αναβιώνει σε ένα νέο κύκλο αγώνων.

Αυτό το τόλμημα απέκτησε ένα καινούριο ενδιαφέρον στην εποχή μας, λόγω της δομικής κρίσης του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού και του έθνους-κράτους με την ταυτόχρονη εξαφάνιση του κρατικού σοσιαλισμού του 20ου αιώνα, πρώτα με την αυταρχική και τώρα με την σοσιαλδημοκρατική του μορφή. Στο πλαίσιο αυτό, ένας νέος χώρος δημιουργείται –«από τα κάτω και στα αριστερά», όπως λένε οι Ζαπατίστας–, για μια αποφασιστικής σημασίας εμπλοκή με εναλλακτικές μορφές οργάνωσης, που κινούνται πέρα ​​από την αγορά και το κράτος. Κατά τον 19ο αιώνα, οι επαναστάτες θεωρητικοί από τον Μαρξ ως τον Κροπότκιν είδαν στην Κομμούνα την πολιτική μορφή μιας μελλοντικής αταξικής κοινωνίας. Ένα από τα κύρια επίδικα του ζητήματος είναι ότι έχει έρθει η ώρα να αναβιώσει αυτό το συλλογικό φαντασιακό και να αρχίσει να οργανώνει ένα συνεκτικό και σταθερό πολιτικό σχέδιο δομημένο γύρω από συνομοσπονδιοποιημένες δημοκρατικές μορφές κοινοτικής οργάνωσης.

Γι’ αυτό και ζητήσαμε από μια μικρή και πολύ ενδιαφέρουσα ομάδα μελετητών και ακτιβιστών να γράψουν για έναν αριθμό σύγχρονων αγώνων που σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό συνέχισαν αυτό το οποίο οι Κομμουνάροι του 1871 άφησαν στη μέση: Από τα αυτοοργανωμένα καντόνια της Ροζάβα ως τα δημοτικά συμβούλια στη Βενεζουέλα, από τη λαϊκή εξέγερση στο Γκουάνγκτζου της Νότιας Κορέας ως την Κομμούνα της Οαχάκα στο Μεξικό, και από τις παραγκουπόλεις του Ντέρμπαν της Νότιας Αφρικής ως το Δημαρχείο της Βαρκελώνης, θέλαμε να δείξουμε ότι, εν μέσω της δίνης του 21ου αιώνα, η Κομμούνα ξαναβγαίνει στην επιφάνεια.

Ο τίτλος του «τεύχους 0» ήταν «Building Power». Τι εννοείτε με τον όρο αυτό; Υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στα θέματα των δύο τευχών;

Στο τεύχος # 0, που είναι διαθέσιμο δωρεάν στο διαδίκτυο, προσπαθήσαμε να προσφέρουμε μια πανοραμική επισκόπηση μιας σειράς σύγχρονων αγώνων που μας έχουν εμπνεύσει σε μεγάλο βαθμό, με μια ιδιαίτερη θεωρητική έμφαση στο πώς τα σημερινά κινήματα σχετίζονται με το ζήτημα της εξουσίας. Εδώ, ο κύριος στόχος μας ήταν να εμπλακούμε κριτικά με τις δύο κυρίαρχες πτέρυγες της Αριστεράς: τα ριζοσπαστικά κόμματα, το πολιτικό σχέδιο των οποίων είναι κυρίως η «κατάληψη της εξουσίας», και τα κινήματα βάσης που έχουν πολλές δημιουργικές δυνατότητες, αλλά ενίοτε εμφανίζουν μια πολύ ισχυρή αποστροφή προς την έννοια της εξουσίας και συχνά προτιμούν να μην ασχολούνται καθόλου με το θέμα.

Πιστεύουμε ότι υπάρχει πράγματι πολύ γόνιμο έδαφος μεταξύ και, πέραν των δύο αυτών θέσεων, και η πρόταση της εναρκτήριας έκδοσής μας ήταν βασικά ότι, στον απόηχο των πρόσφατων ηττών, η διεθνής Αριστερά θα πρέπει να επανεφεύρει ριζικά τον εαυτό της και –με δημιουργικούς νέους τρόπους– να ξαναχτίσει την κοινωνική της δύναμη από τα κάτω. Συμφωνούμε με τον Ντέιβιντ Χάρβευ και τον όψιμο Μάρεϋ Μπούκτσιν όταν υποστηρίζουν ότι αυτό απαιτεί κάποιου είδους παραγωγικό διάλογο μεταξύ των δύο μεγάλων επαναστατικών παραδόσεων: του μαρξισμού και του αναρχισμού. Και οι δύο αυτές παραδόσεις, όπως έχω ήδη επισημάνει στην πρώτη ερώτηση, θέτουν την Κομμούνα ως απώτερο στόχο τους, οπότε υποθέτω ότι εκεί έγκειται η σχέση μεταξύ τεύχους 0 και τεύχους 1: στην προσπάθεια να «ξαναανακαλύψουμε» και να επεκτείνουμε το κοινό έδαφος μεταξύ αυτών των επαναστατικών παραδόσεων.

Το ζήτημα της «οικοδόμησης εξουσίας» απέκτησε ιδιαίτερη σημασία για εμάς στον απόηχο της ελληνικής εμπειρίας του περασμένου καλοκαιριού, όταν έγινε οδυνηρά προφανές όχι μόνο στους Έλληνες, αλλά σε ολόκληρο τον πλανήτη, ότι «κατάκτηση της εξουσίας» σημαίνει πολύ περισσότερα πράγματα από το να δίνεις ωραίες υποσχέσεις και να κερδίζεις κοινοβουλευτικές εκλογές. Αν η Αριστερά θέλει να γίνει μια οργανωμένη κοινωνική και πολιτική δύναμη που θα μπορεί να αμφισβητήσει και, τελικά, να υπερνικήσει την τεράστια εξουσία του κεφαλαίου, θα πρέπει να ξεκινήσει από τη βάση –τις γειτονιές και τους χώρους εργασίας– με την οικοδόμηση δημοκρατικών οργάνων λαϊκής εξουσίας για την αντιμετώπιση του κατακερματισμού της εργατικής τάξης υπό τον νεοφιλελευθερισμό και τη μείωση της δομικής εξάρτησης της κοινωνίας από την αναπαραγωγή του χρηματιστικού κεφαλαίου.

Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια για το περιοδικό, καθώς και για το νέο σάιτ του ROAR;

Αυτή τη στιγμή δουλεύουμε για το δεύτερο τεύχος, που πιστεύουμε ότι θα είναι εξαιρετικά συναρπαστικό, με θέμα το μέλλον της εργασίας. Κατά πάσα πιθανότητα θα είναι η πρώτη μιας μίνι-τριλογίας, αν την πω έτσι, σχετικά με τα βασικά θέματα της πολιτικής οικονομίας: την εργασία, το κεφάλαιο και το κράτος. Το τι θα κάνουμε μετά από αυτό, παραμένει ανοιχτό ερώτημα. Η συνδρομητική μας βάση αυξήθηκε με γρήγορους ρυθμούς στους τρεις ή τέσσερις πρώτους μήνες της έντυπης έκδοσης, αλλά έχουμε ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουμε, αν θέλουμε να είμαστε σε θέση να συντηρήσουμε οικονομικά την έντυπη έκδοση. Έτσι, αυτή είναι η μεγαλύτερη προτεραιότητα μας αυτή τη στιγμή: να βγάλουμε δυο δυνατά τεύχη με συναφή θέματα, ελπίζοντας να κερδίσουμε περισσότερους συνδρομητές. Εν τω μεταξύ, θα συνεχίσουμε να ασχολούμαστε με την επικαιρότητα και τους τρέχοντες αγώνες στην ιστοσελίδα μας.

Το 2015 έζησες πολλούς μήνες στην Αθήνα, και έχεις μια πολύ καλή γνώση της κατάστασης στην Αθήνα. Θα ήθελα ένα σχόλιο σου για τον ΣΥΡΙΖΑ και τη κυβέρνηση: πώς αποτιμάς την πολιτική τους, και την τρέχουσα κατάσταση.

Προφανώς η κατάσταση είναι πολύ ανησυχητική, αλλά πρέπει να πούμε ότι τα σημάδια ήταν ορατά πολύ καιρό πριν. Από τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ εγκατέλειψε τη δέσμευση του για μονομερή αναστολή πληρωμών και αναγκαστική αναδιάρθρωση του χρέους, μετά τις εκλογές του 2012, το εκλογικό του πρόγραμμα βασίστηκε σε μια ασυμβίβαστη αντίφαση μεταξύ τερματισμού της λιτότητας και αποπληρωμής του χρέους/παραμονής στην Ευρωζώνη. Αργά ή γρήγορα, αυτή η αντίφαση ήταν βέβαιο ότι θα κατέληγε σε κάποιο είδος ρήξης: είτε ρήξη με τη συνέχιση της εξυπηρέτησης του χρέους και της ιδιότητας του μέλους της νομισματικής ένωσης, είτε ρήξη με τις βασικές αρχές της σοσιαλδημοκρατίας, στις οποίες στηρίχτηκε η εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ στην πορεία προς τις εκλογές.

Ήδη τον Φεβρουάριο του 2015, από τη στιγμή της πρώτης ενδιάμεσης συμφωνίας (στην πραγματικότητα, πολύ πριν από αυτή) είχε γίνει σαφές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να επιλέξει μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης: ήταν προφανές ότι το Eurogroup είχε σκοπό να πνίξει την Ελλάδα για να λειτουργήσει ως παράδειγμα για την υπόλοιπη Ευρώπη, πράγμα το οποίο άφηνε στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μόνο κακές επιλογές, το αποτέλεσμα των οποίων θα ήταν εξαιρετικά επώδυνο με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Η επιλογή ήταν ουσιαστικά μεταξύ ενός πολύ δυνατού χτυπήματος για σύντομο χρονικό διάστημα, με άγνωστες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις και μια αξιοπρεπή ευκαιρία (αλλά χωρίς πραγματικές εγγυήσεις) για μια σταδιακή ανάκαμψη μεσοπρόθεσμα, και της διατήρησης επ’ αόριστον της δυστυχίας με την μορφή μιας ευρωπαϊκής αποικίας χρέους που θυμίζει 19ο αιώνα.

Η πιο καταστροφική πτυχή της όλης κατάστασης ήταν ότι ο Τσίπρας και ο στενός του κύκλος προσπάθησαν να κρατήσουν τα προσχήματα για πολύ καιρό και να υποκριθούν ότι υπήρχε κάποιος τρόπος για να αποφευχθεί αυτό το σταυροδρόμι. Ότι θα μπορούσαν ταυτόχρονα να σώσουν την Ελλάδα από την λιτότητα και να παραμείνουν στο ευρώ. Με την τήρηση αυτής της αντιφατικής στάσης μέχρι το τέλος, και υπονομεύοντας τελικά τη δέσμευση με την οποία κατέκτησε την εξουσία (τον τερματισμό της λιτότητας), υπέρ μιας κοντόφθαλμης επιθυμίας παραμονής στην εξουσία, ο Α. Τσίπρας και ο στενός του κύκλος δικαίωσε απολύτως τον νεοφιλελευθερισμό στην ελληνική κοινωνία: στον βαθμό που ο πρωθυπουργός συνεχίζει να υποστηρίζει ότι δεν είχε άλλη επιλογή, επιβεβαιώνει τη θατσερική ρήση «There is No Alternative». Και με αυτό, μονομιάς, καταστρέφει όλους τους λόγους για πολιτική αντίσταση.

Για μένα, και για πολλούς από τους Έλληνες φίλους μου, η μεγαλύτερη τραγωδία είναι πως η άνοδος και η πτώση της πρώτης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ οδήγησε σε αποστράτευση των κινημάτων –μέσα από έναν συνδυασμό προσδοκίας, εγκλωβισμού και παραίτησης–, αφήνοντας την κοινωνία χωρίς μια αποτελεσματική αντιεξουσία στο επιβαλλόμενο και επικυρωμένο από την Αριστερά νεοφιλελεύθερο καθεστώς λιτότητας της τρόικας και στη φρικτή συμφωνία της Ε.Ε. με την Τουρκία. Φυσικά, τα κινήματα, οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων και των αγροτών, οι δομές αλληλεγγύης, όλα παραμένουν, και είναι πιθανό ότι η αντίσταση τελικά θα ανακάμψει, αλλά προς το παρόν φαίνεται ότι η ήττα του περασμένου καλοκαιριού έχει απορροφήσει πολλή ενέργεια από τον αγώνα. Και το προφανές ερώτημα, τώρα, είναι πώς αυτή θα αναπληρωθεί η χαμένη ενέργεια.

Όπως πάντα, το 2015, η πραγματική ελπίδα γεννήθηκε από τα κάτω: από την απίστευτη κινητοποίηση γύρω από το δημοψήφισμα και την λεγόμενη προσφυγική κρίση. Εκεί, σε εκείνο το καταπληκτικό ξέσπασμα αμφισβήτησης και αλληλεγγύης, είδαμε έναν πυρήνα της κοινωνικής δύναμης που τελικά θα γκρεμίσει τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως ακριβώς γκρέμισε το ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία νωρίτερα. Εδώ είναι που εδρεύει η συλλογική δύναμη και αυτό είναι που η δημοκρατική αντίσταση θα πρέπει να αξιοποιήσει.

Πώς αποτιμάς τη συμφωνία της ντροπής μεταξύ Ε.Ε. και Τουρκίας και το ξεκίνημα των «επιστροφών» την προηγούμενη εβδομάδα;

Η στάση της Ευρώπης προς τους πρόσφυγες ήταν ανέκαθεν ντροπιαστική και απάνθρωπη, αλλά από το περασμένο καλοκαίρι έχει λάβει μια τερατώδη μορφή: η συμφωνία με την Τουρκία αποτελεί πραγματικά την επιτομή αυτού του τερατουργήματος με πολλούς τρόπους. Καταρχάς, η συμφωνία είναι εντελώς τερατώδης σε σχέση με τις δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες. Ό,τι και να πουν οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, η συντριπτική πλειοψηφία των διεθνών εμπειρογνωμόνων στο ζήτημα, συμφωνούν ότι η συμφωνία ανατρέπει ακόμα και τα πιο στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα σχετικά με το άσυλο, με στόχο να κατευνάσει τις ξενοφοβικές δυνάμεις στο εσωτερικό της Ευρώπης. Προοδευτικές ΜΚΟ όπως οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα είναι δικαιολογημένα οργισμένες και αρνούνται να βοηθήσουν την Ε.Ε. στην εφαρμογή της. Η ανθρώπινη δυστυχία που θα προκληθεί από αυτή τη συμφωνία θα είναι ανυπολόγιστη. Είναι πραγματικά αηδιαστικό.

Δεύτερον, η συμφωνία είναι τερατώδης σε σχέση με την Ελλάδα, καθώς μετατοπίζει και πάλι το βάρος της προσαρμογής αυτής της «κρίσης» σε μια χώρα η οποία είναι η λιγότερο υπεύθυνη γι’ αυτή και είναι λιγότερο σε θέση να την αντιμετωπίσει. Η συμφωνία μετατρέπει ταυτόχρονα τα ελληνικά νησιά σε εξωτερικά οχυρά της Ευρώπης-φρούριο, με τα γαλλικά ΜΑΤ λ.χ., να φτάνουν στη Λέσβο για να πραγματοποιηθούν οι απελάσεις και μετατρέπει την Ελλάδα συνολικά σε ένα τεράστιο στρατόπεδο συγκέντρωσης για τους πρόσφυγες και τους παράτυπους μετανάστες. Πραγματικά δεν υπάρχει άλλος τρόπος να το περιγράψω. Υπό το πρίσμα αυτό, είναι πραγματικά εκπληκτικό να βλέπουμε την αντίδραση των απλών Ελλήνων, οι οποίοι βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των δύο καταστροφικών κρίσεων και οι οποίοι είναι τώρα οι μόνοι οι οποίοι δείχνουν πραγματικά ανθρωπιά.

Τρίτον, η συμφωνία είναι απόλυτη ντροπή σε σχέση με την Τουρκία, καθώς κατά βάση αναθέτει τον έλεγχο των ευρωπαϊκών συνόρων σε έναν επίδοξο τύραννο, τον πρόεδρο της Τουρκίας Ερντογάν, οι συνοριοφύλακες του οποίου είναι γνωστό ότι έχουν πυροβολήσει Σύρους πρόσφυγες, ενώ οι αστυνομικοί και στρατιώτες του έχουν εμπλακεί σε έναν βάναυσο πόλεμο με τους Κούρδους και η Ακτοφυλακή του έχει προσπαθήσει να πνίξει ανθρώπους που έρχονταν προς την Ελλάδα. Όταν ήμουν το περασμένο καλοκαίρι στη Λέσβο γίναμε μάρτυρες τις παρενόχλησης από την τουρκική Ακτοφυλακή ενός σκάφους γεμάτου Σύρους πρόσφυγες: έβγαλαν όπλα εναντίον των ανθρώπων που βρίσκονταν στο σκάφος και κάποια στιγμή προσπάθησαν να το βουλιάξουν πετώντας ένα καμάκι. Όταν μια γυναίκα έδειξε το παιδί της για να καταλάβει η Ακτοφυλακή ότι υπήρχε μωρό στο σκάφος, της έκαναν νοήματα ότι θα το σφάξουν. Σ’ αυτούς τους ανθρώπους ανατίθεται σήμερα από την Ε.Ε. η φύλαξη των εξωτερικών της συνόρων. Είναι βάρβαρο.

Μια τελευταία ερώτηση: Ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, τα βασικά ζητήματα/καθήκοντα/ερωτήματα που αντιμετωπίζουν τα ευρωπαϊκά κινήματα τη στιγμή που μιλάμε;

Κατά την άποψή μου, η κύρια πρόκληση που θα αντιμετωπίσουν τα ευρωπαϊκά κινήματα τα επόμενα χρόνια θα είναι το να αφήσουν στην άκρη κάθε ρομαντική προσκόλληση στους παντελώς αντι-δημοκρατικούς θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να βρουν νέους γόνιμους τρόπους για να μετατρέψουν την τεράστια δημιουργική και χειραφετημένη δυναμική τους σε μονιμότερες μορφές οργάνωσης, έτσι ώστε η κοινωνία να αρχίσει να δομεί τον εαυτό της –από κάτω προς τα πάνω– ως γνήσια αντιεξουσία στην κυριαρχία του χρήματος και ως ένα δημοκρατικό προπύργιο ενάντια στο κατρακύλισμα της Ευρώπης στη βαρβαρότητα. Αυτό εννοούμε όταν μιλάμε για οικοδόμηση εξουσίας και αναβίωση του συλλογικού φαντασιακού στην εποχή μας. Σ’ αυτό ελπίζω να τεθούν επικεφαλής τα κινήματα, τα επόμενα χρόνια και δεκαετίες. Είτε θα γίνει αυτό, είτε θα αυξηθεί η αντιδραστική βαρβαρότητα που μας περιβάλλει σήμερα.

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Η «οικοδόμηση της εξουσίας» και η αναβίωση του συλλογικού φαντασιακού στην εποχή μας

  1. Πίνγκμπακ: Η «οικοδόμηση της εξουσίας» και η αναβίωση του συλλογικού φαντασιακού στην εποχή μας | Alexius DIAKOGIANNIS

Σχολιάστε