Ένας είναι ο εχθρός;

Standard

του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου 

Το λογικό, μετά το μακελειό στο Παρίσι, θα ήταν ο ISIS να ενώνει — εναντίον του. Όμως, η ρωσοτουρκική κρίση οξύνεται, η σύγκρουση Δύσης-Ρωσίας για το μέλλον του Άσαντ συνεχίζεται και ο αλληλοσφαγιασμός των αντιπάλων του ISIS/Daesh στη Συρία το ίδιο. Το λογικό, ενόψει πολέμου, θα ήταν ο πόλεμος να ενώνει – εναντίον του. Όμως το Μέτωπο της Αριστεράς και το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα στηρίζουν τον Ολάντ, ενώ η Αστυνομία συλλαμβάνει ακτιβιστές του Ensemble, του ΝPA και του Αlternative Libertaire. Είναι προφανές: υπάρχει πρόβλημα στην ιεράρχηση των αντιπάλων – και είναι σοβαρό.

Οι Iταλοί περιπαίζουν τους τζιχαντιστές: «ISIS, [ξύλο] με τα χέρια, όποτε θέλετε» (από το twitter της Silvia Cirocchi)

Οι Iταλοί περιπαίζουν τους τζιχαντιστές: «ISIS, [ξύλο] με τα
χέρια, όποτε θέλετε» (από το twitter της Silvia Cirocchi)

Κάθε πολιτική σύγκρουση οργανώνεται γύρω από διλήμματα, και τελικά γύρω από μια κεντρική αντίθεση· για να αφορά όμως τους πολλούς, χρειάζεται να είναι και συγκεκριμένη. Στην παράδοση της Αριστεράς, «ο βασικός εχθρός βρίσκεται στην ίδια μας τη χώρα» (Λίμπκνεχτ), άρα επιδίωξη είναι «η ήττα της δικής μας αστικής τάξης» (Λένιν): ξεχνώντας το, η κοινοβουλευτική γαλλική Αριστερά γίνεται αριστερή πτέρυγα του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού· απολυτοποιώντας το, η εκδοχή της που αντιστέκεται παραμένει μειοψηφική, γιατί μοιάζει υπερβολικά αφηρημένη μπροστά στο φόβο που προξενεί μετά τις 13/11 μια ξεχασμένη βαλίτσα σε κάποιο πεζοδρόμιο του Παρισιού. Όπως στις ανθρώπινες σχέσεις, έτσι και στην πολιτική, χρειάζεται κανείς να παίρνει στα σοβαρά τους φόβους των ανθρώπων – ιδίως όταν αυτοί πατούν στην πραγματικότητα: μια επίθεση αυτοκτονίας σε ένα μπαρ που κοστίζει τη ζωή σαράντα ανθρώπων, δημιουργεί τον εύλογο φόβο ότι αυτό μπορεί να ξανασυμβεί. Εδώ λοιπόν η «κύρια αντίθεση» με το γαλλικό κράτος και τον δυτικό ιμπεριαλισμό δεν αρκεί: εκτός από τον γαλλικό στρατό, στη χώρα υπήρξε, αν δεν υπάρχει ακόμα, και ο ISIS, και τη «συγκεκριμένη» απάντηση στη δεύτερη αιματοχυσία μέσα σε δέκα μήνες μοιάζει να την έχουν ο στρατός και η αστυνομία· τα άλλα φαίνονται ιδεολογίες και παλιομοδίτικη πολιτική. Είναι όμως;

Στην πραγματικότητα, η προβληματική ιεράρχηση των αντιπάλων και το αδιέξοδο των «ιδεολογικών» απαντήσεων στον ΙSIS αφορούν κατεξοχήν τη γαλλική κυβέρνηση. Το πρόταγμα «να υπερασπιστούμε τον γαλλικό και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό», η κατανόηση δηλαδή του προβλήματος ως σύγκρουση πολιτισμών, έξω από τα πολιτικά του συμφραζόμενα (το χάος στη Μ. Ανατολή μετά τη στρατιωτική απάντηση στην 11η Σεπτεμβρίου, ο ενδοϊσλαμικός και ο συριακός εμφύλιος), μοιάζει ο μύθος που λείπει για να ξαναποκτήσει νόημα η πολιτική και η καθημερινή ζωή, τόσο της Γαλλίας, όσο και «μιας Δύσης που τελειώνει μπροστά στα μάτια μας»: αυτή είναι η διατύπωση του Μισέλ Ουελμπέκ στο αντιμουσουλμανικό μυθιστόρημά του Υποταγή. Χωρίς αυτό τον πολεμικό μύθο-αντίδοτο στην «παρακμή της Δύσης», που διεκτραγωδεί ο Ουελμπέκ ως νέος Σπένγκλερ –έναν μύθο που προσφέρει ήδη η Μαρίν Λεπέν με αδιαμφισβήτητη επιτυχία–, η επιστροφή των ανθρώπων στην (αστική) πολιτική μοιάζει σήμερα αδύνατη. Η δημοσκοπική εκτόξευση του Ολάντ μιλά από μόνη της.

Δηλαδή η βία των τζιχαντιστών θα αποκρουστεί με ανθοδέσμες; Όχι. Όμως το «ανορθόδοξο» της βίας αυτής, η αποφασιστικότητα δηλαδή των μαχητών του Daesh να πεθάνουν αυτοστιγμεί προκειμένου να σκοτώσουν απρόκλητα αμάχους σε οποιονδήποτε μαζικό χώρο, κάνουν τις υπερεξουσίες στη γαλλική αστυνομία περισσότερο μέσο για την αποκατάσταση του (χαμένου) αισθήματος ασφάλειας των Γάλλων (και την ανάσχεση του μύθου της Λεπέν με τα ίδια της τα μέσα…), παρά μέσο αποτροπής των υπαρκτών κινδύνων από τη δράση του ΙSIS. Οι τζιχαντιστές δεν θα φοβηθούν να συλληφθούν σε μια ασφυκτικά φρουρούμενη πόλη ή να δικαστούν με διαδικασίες κράτους έκτακτης ανάγκης, γιατί απλά έχουν αποφασίσει να πεθάνουν αιφνιδιαστικά οπουδήποτε. Αν ισχύει όμως αυτό, τότε ο πολιτικός στόχος μοιάζει να είναι δευτερευόντως η βία τους και πρωτίστως η νομιμοποίηση της γαλλικής κυβέρνησης: όχι γιατί έδρασε προληπτικά για να αποτρέψει το μακελειό – αλλά η νομιμοποίηση εκ των υστέρων, προκειμένου στρατός και αστυνομία να διαχειριστούν τις συνέπειες του μακελειού που δεν απέτρεψαν. Το Παλαιό Καθεστώς, λέει ο Αγκάμπεν, επιδίωκε να ελέγχει τις αιτίες των προβλημάτων· στον αντίποδα, η φιλελεύθερη εξουσία διεκδικεί τη συναίνεση υποδυόμενη ότι ελέγχει τις συνέπειες – και η εκδοχή αυτή του laissez-faire αφορά όλους τους τομείς της πολιτικής: την οικονομία, τη δημόσια τάξη, την εξωτερική πολιτική.[1]

***

Παρόμοια ισχύουν σε ό,τι αφορά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των Δυτικών κατά του ΙSIS. Ένα τμήμα του κινήματος θεωρεί ότι ξεμπερδεύει με το πρόβλημα, επισημαίνοντας τη μέχρι σήμερα αποτυχία τους και μένοντας στην ισλαμοφοβία· το γεγονός δε ότι ο ISIS επιχειρεί οικουμενικά, ως αντάρτικο αυτοκτονίας στην Ευρώπη και ως στρατός στη Μ. Ανατολή, μοιάζει να δικαιώνει το σκεπτικισμό. Πώς θα καταστραφούν όμως οι πετρελαιοπηγές του Daesh, βασική πηγή χρηματοδότησής του; Πώς επιτεύχθηκε η πρόσφατη ανακατάληψη της Σιντζάρ, στο βόρειο Ιράκ, από τους Κούρδους Πετσμεργκά; Και ποιος θα αναθεμάτιζε τις ΗΠΑ για τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς που επέτρεψαν πέρσι την απελευθέρωση της Αμερλί, βόρεια της Βαγδάτης, από τις ιρανικές πολιτοφυλακές, ή για τη στρατιωτική βοήθεια στο PYD, την κύρια πολιτική δύναμη των Κούρδων της Συρίας, που έδιωξε τους τζιχαντιστές από τη Ροτζάβα;[2]

Το πραγματικό πρόβλημα είναι η λογική της στρατιωτικής παρέμβασης: ότι δεν υπάρχει, όπως δεν υπήρξε ποτέ, «ενάρετος» ιμπεριαλισμός. Από την υποδαύλιση της σουνιτικής εξέγερσης στη Συρία (2011), που επεκτάθηκε και στο Ιράκ, η Δύση και οι περιφερειακοί της σύμμαχοι (Τουρκία, Σ. Αραβία, Κατάρ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) πέρασαν σε ένα ιδιότυπο laissez-faire: στην ενίσχυση ή την άφεση του Daesh να αναπτύσσεται σαν φυσικό φαινόμενο, ώστε σε δεύτερο χρόνο να διορθώσουν τις συνέπειες, αποκαθιστώντας το πρόβλημα σε ανεκτά επίπεδα. Συνοψίζοντας τις επιδιώξεις τους στη Συρία σ’ ένα εύγλωττο διάγραμμα (Bήμα, 29.11), η Tina Fodham, πολιτική αναλύτρια της αμερικανικής χρηματοπιστωτικής Citigroup, όχι δηλαδή κάποια ορκισμένη αντιιμπεριαλίστρια, έδειχνε ότι ΗΠΑ και Μ. Βρετανία αποσκοπούν στον «περιορισμό» του ΙSIS, στην ελαχιστοποίηση δηλαδή της βλάβης – κάτι που για την Τουρκία ή τη Σ. Αραβία σχεδόν δεν τίθεται καν. Την ίδια στιγμή, ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Γαλλία, Τουρκία και Σ. Αραβία συναντιούνται στην επιδίωξη να απομακρυνθεί ο Άσαντ, ενοποιούνται δηλαδή «αντικειμενικά» κατά της Ρωσίας. Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν έλεγε πέρσι ότι Σαουδική Αραβία, Τουρκία και Εμιράτα ήταν αποφασισμένοι να ανατρέψουν τον Άσαντ, αλλά πραγματικός τους στόχος ήταν ένας πόλεμος Σουνιτών-Σιιτών, για τον οποίο εξόπλισαν την Αλ Κάιντα της Συρίας (Αλ Νούσρα) και τον ISIS… Στην Επιστροφή των τζιχαντιστών, ο Patrick Cockburn θυμίζει ότι ο βομβαρδισμός της Συρίας ξεκίνησε το Σεπτέμβριο του 2014, όμως παρά την αμερικανική έπαρση για τη συμμαχία 40 κρατών κατά του Daesh, η συμμαχία αυτή είναι ανίκανη για κοινή δράση, αφού κάθε εταίρος έχει πολλές και διαφορετικές προτεραιότητες. Iσχύει και για τη Ρωσία: στόχος της είναι πρωτίστως η σταθεροποίηση του αιμοσταγή Άσαντ, ώστε να αποκατασταθεί η δική της γεωπολιτική ισχύς στην περιοχή, εξού και οι ρωσικοί βομβαρδισμοί στη Συρία δεν πλήττουν μόνο τον ΙSIS, αλλά και τη μειονότητα των (διόλου μετριοπαθών βεβαίως) Τουρκομάνων, που εργαλειοποιούνται από την Τουρκία ως γέφυρά της στη Συρία και πολεμούν τον Άσαντ.

Από πού προκύπτει ότι ο ISIS είναι το μείζον για όλους αυτούς;

***

Ο τζιχαντισμός δεν είναι κίνημα αντίστασης στον ιμπεριαλισμό. Γιγαντώθηκε όμως χάρη στις εγκληματικές αποτυχίες του μετά το 2003 και την ήττα των αραβικών εξεγέρσεων – κι έκτοτε δεν αποτελεί πρόβλημα μόνο της Δύσης, αλλά και του μουσουλμανικού κόσμου, που μετρά χιλιάδες νεκρούς: αυτή η απλή πρόταση θα έπρεπε να στηρίξει μια ειρηνική «εκστρατεία αλήθειας» στη Δύση – κι η υπόθεση αυτή αφορά κυρίως την Αριστερά: οι αστικές δυνάμεις, όταν δεν είναι απασχολημένες με τη «σύγκρουση πολιτισμών» με το Ισλάμ, προετοιμάζουν τον πόλεμο χωρίς να ενδιαφέρονται για το πώς φτάσαμε ως εδώ. Με τη συμβολή των μουσουλμάνων που απεχθάνονται τον ISIS, μια τέτοια εκστρατεία θα απονομιμοποιούσε ηθικά τους «μάρτυρες» του Daesh, επισημαίνοντας τις διαδρομές του λαθρεμπορίου πετρελαίου και την «προστασία» επιχειρήσεων, που αποκαλύπτουν ένα Ισλαμικό Κράτος πιο δυτικότροπο και «κοσμικό» απ’ όσο αφήνει να φαίνεται η προπαγάνδα του. Φυσικά, αυτό δεν αρκεί. Χωρίς πολιτική λύση στη Συρία, χωρίς πίεση στη Σαουδική Αραβία (για την εκπαίδευση μαχητών και τη χρηματοδοτούμενη με δισεκατομμύρια προώθηση του ουαχαμπισμού), αλλά και στην Τουρκία, που ελέω λαθρεμπορίου προτιμά για γείτονα τον ΙSIS από το PKK, χωρίς τέλος συντονισμένες ενέργειες Δύσης-Ρωσίας και ενίσχυση των Κούρδων στα πεδία της μάχης, λίγα μπορούν να γίνουν. Υπερασπιζόμενη την ελευθερία των προνομίων της, η φιλελεύθερη Δύση πολιτεύεται στον αντίποδα – ως εάν ο αυταρχισμός στο εσωτερικό και ο πόλεμος στο εξωτερικό της να είναι το μόνο αντίδοτο στην «παρακμή» και την κρίση της. Πρέπει να το εμποδίσουμε.

Στη Β., 4.12.2015

O Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος είναι μέλος της συντακτικής ομάδας του RedNotebook. 

[1]«For a theory of destituent power», Public lecture in Athens, 16.11.2013, Χρόνος 10, 2/2014.

[2] Κώστας Ράπτης, «Γιατί οι ΗΠΑ στρέφονται προς το ΡΚΚ», Capital.gr, 22.10.2014.

2 σκέψεις σχετικά με το “Ένας είναι ο εχθρός;

  1. Ένα σχόλιο εκτός, ίσως, της ουσίας του άρθρου: η «Υποταγή» του Ουελμπέκ είναι τόσο αντιμουσουλμανική όσο θα ήταν και ένα άρθρο ή μια μελέτη που θα υμνούσε το πάλαι ποτέ καθεστώς Μόσρι στην Αίγυπτο. Δηλαδή καθόλου.

  2. Πίνγκμπακ: Ένας είναι ο εχθρός; – σημειώσεις και βιβλία

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s